ΑΟΡΑΤΟΣ ΔΕΣΜΟΣ

 Το νέο μου βιβλίο: ΑΟΡΑΤΟΣ ΔΕΣΜΟΣ κυκλοφορεί από τις εκδόσεις: ΨΥΧΟΓΙΟΣ

Απόσπασμα 1

..Ο κυρ Σταύρος κοίταζε με μάτια θολά τον τάφο του γιου του. Το χώμα που τον σκέπασε ήταν η τελεσίδικη, η ύστατη υπενθύμιση πως δεν θα τον ξανάβλεπε. Σήκωσε τα μάτια στον ουρανό. "Γιατί θεέ μου; Γιατί αυτόν και όχι εμένα;..."

Ξαφνικά το βλέμμα του γέμισε οργή κι έσπρωξε τα χέρια που τον κρατούσαν. Πλησίασε στον τάφο, κοίταξε με πόνο και προχώρησε αποφασιστικά προς την άκρη του πλήθους που είχε μαζευτεί.
Σταμάτησε μπροστά σ' έναν άντρα και τον κοίταξε κατάματα με μάτια που πετούσαν σπίθες θυμού. "Τι θέλεις εσύ εδώ πέρα; Ψάχνεις το γιο μου ακόμα; Εκεί είναι!" του φώναξε οργισμένος, έτοιμος να ορμήσει. "Εκεί είναι! Μίλα του, ρώτησε τον!"

Δυο άντρες τον άρπαξαν πριν ξεσπάσει, απορημένοι με το αλλόκοτο φέρσιμο του.

"Ο Περικλής ήρθε σαν όλους μας, κύριε Σταύρο, να τιμήσει τον νεκρό," του είπε κάποιος.

"Να τιμήσει το δικό μου νεκρό! Αυτός! Όχι!" ούρλιαξε ο Σταύρος. "Δεν ήρθε γι' αυτό! Ρώτα τον να σου πει γιατί ήρθε."

Ο άντρας κοίταξε απολογητικά τον Περικλή, που φάνηκε να ταράζεται και του ένευσε με τα μάτια πως ο σπαραγμός είχε καταβάλει τον άμοιρο πατέρα. Ο Σταύρος όμως δεν υποχώρησε.

"Ήρθες να βρεις τη κόρη σου! Δεεν ήρθες για το γιο μου. Ξαλάφρωσες που σκοτώθηκε!"

"Μη κύριε Σταύρο, δεν είναι σωστά αυτά που λες. Σε κτύπησε η λύπη."

"Ξέρει αυτός! Ρώτησε τον! Δεν ήθελε το γιο μου για γαμπρό, μας έδιωξε. Στέρησε την ευτυχία των παιδιών για δικό του συμφέρον. Αν έδειχνε λίγη καλοσύνη, ο γιος μου δεν θα έφευγε χθες, δενθα είχε συμβεί αυτό που έγινε. Είναι φονιάς!"

"Ο θεός θέλησε να γίνουν έτσι, κυρ Σταύρο. Τι δουλειά έχει ο Περικλής;"

"Έγινε αιτία να σκοτωθεί ο γιος μου. Τα παιδιά θα έφευγαν σήμερα μαζί. Και αυτός ψάχνει τη κόρη του πάνω από τον τάφο του γιου μου."

"Έτσι είναι Περικλή;" ρώτησε κάποιος.

"Μου τη ζήτησε, ναι, μα την είχα υποσχεθεί αλλού, δε γινόταν."

"Τα παιδιά αγαπιόντουσαν. Αφού δεν έδινες την εευχή σου θα έφευγαν."

"Αν είχες κόρη θα με καταλάβαινες."

"Είχα γιο! Τ' ακούς; ΕΙΧΑ γιο. Και τώρα δεν έχω ούτε αυτόν. Απείλησες την κόρη σου επειδή δεν σε υπάκουσε και την ανάγκασες να φύγει. Αυτήν ψάχνεις εδώ, δεν ήρθες για το γιο μου."

"Είναι αλήθεια Περικλή; ρώτησε ένας άλλος.

"Τα οικογενειακά μου δεν αφορούν κανέναν. Αν σας ρεζίλευε η δική σας κόρη, τι θα κάνατε;"

"Δεν ντρόπιασαν κανέναν. Μόνο εσένα ήθελαν να πείσουν. Παντρεύτηκαν μπροστά στο Θεό, με στέφανα."

Το χωριό έμεινε άφωνο. Ο Περικλής τον κοίταζε σαν χαμένος.

"Δεν θέλησες ν' ακούσεις τίποτα, δε λογάριασες την ευτυχία του παιδιού σου, τους ανάγκασες να προσπαθήσουν να το σκάσουν για να βρούν κάπου αλλού την ηρεμία. Ο γιος μου θα ζούσε αν εσύ έδειχνες κατανόηση. Δεεν θα έτρεχε να κανονίσει μεταφορικό μέσο για να φύγουτν από το χωριό. Φύγε από δω! Βεβηλώνεις το χώρο που αναπαύεται. Δε θα βρεις εδώ την κόρη σου. Έχει φύγει, να γλιτώσει απ' τη μανία σου."

Οι χωριανοί κοίταξαν ασυναίσθητα γύρω τους ψάχνοντας να δουν τη νεαρή κοπέλα, που μόλις τώρα έμαθαν ότι ήταν νύφη λίγων ημερών μόνο και που έμεινε απρόσμενα χήρα. Μετά γύρισαν και κοίταξαν επιτιμητικά τον Περικλή.

"Δεν...δεν ήξερα πως παντρεύτηκαν. Δεν είχα ιδέα."

"Ακριβώς! Αν σ'τόλεγαν, θα προτιμούσες να σκοτώσεις την κόρη σου. Ή να τους κατατρέξεις για την υπόλοιπη ζωή τους. Το μόνο που ήθελες ήταν να μεγαλώσεις την περιουσία σου, και ο γιος μου δεν είχε. Δε θα τους άφηνες να προκόψουν."

Οι χωριανοί ήξεραν λίγο πολύ τον Περικλή. Δε δυσκολεύτηκαν να πιστέψουν τον Σταύρο. Τον κοιτούσαν τώρα με υποψία κι επίκριση. Κάποιοι όμως σκέφτονταν όπως κι αυτός. Σύρθηκαν αργά προς το μέρος του. Το χωριό είχε μοιραστεί στα δύο, εκεί στο νεκροταφείο. Πάνω από το φρεσκοσκαμμένο τάφο.

Απόσπασμα 2
...πάλεψε χρόνια με τον εαυτό του ο Θόδωρος. Μα η αγάπη δε ρίζωσε μέσα του για τη μάνα του Η αίσθηση ότι ήταν ένα τέρας της φύσης του έγινε έμμονη ιδέα.

Έφτασε πια να θεωρεί τον εαυτό του παρανοικό και απάνθρωπο. Δεν ήταν φυσιολογικός, δεν μπορεί παιδί που του πρόσφερε η μάνα του τόση αγάπη να αισθάνεται αποστροφή και μίσος. Κάτι μέσα του δεν λειτουργούσε σωστά. Κάθε φορά που η εσωτερική ανάγκη να της φερθεί άσχημα και προσβλητικά κυριαρχούσε, οι τύψεις ξεχύνονταν και μετά τον βασάνιζαν. Σιχαινόταν τον εαυτό του που δεν μπορούσε να το ελέγξει. Βασανιζόταν από ενοχές, μα δεν ήταν αρκετές για να τον συγκρατήσουν.
Οι τύψεις είχαν πετάξει όταν κατάλαβε πως κάτι του έκρυβε.

 Έμεινε η θλίψη. Βαθιά, πικρή, να του τρώει τα σωθικά. Θλίψη για το αίσθημα που δεν γεύτηκε, την αγάπη του παιδιού προς το γονιό.
Του έλειπε αυτό το συναίσθημα. Μια ζωή ένιωθε άδειος. Η ανάγκη ν' αγαπά αυτόν που του έδωσε ζωή ήταν πάντα παρούσα και επιτακτική. Το κενό μέσα του δυσβάστακτο τον μετέτρεψε σε ένα λιγομίλητο, εσωστρεφές άτομο. Προβληματισμένο για τη δική του οντότητα, την προσωπικότητα και τον ψυχισμό που κουβαλούσε μέσα του. Άρχισε να μισεί τον εαυτό του για την ανικανότητα του ν' αγαπήσει τη γυναίκα που τον γέννησε.

Άρχισε νωρίς να ψάχνεται. Πρώτα ρώτησε την κυρία Δώρα και τον κύριο Βασίλη. Από κείνους έμαθε την τραγική τους κατάσταση όταν έφθασαν στο σπίτι τους  το μοιραίο απόγευμα που από τότε άλλαξε η ζωή τους, ο ίδιος εννέα μόλις μηνών τότε. Η μάνα του τον λάτρευε!
Μετά άρχισε να σκαλίζει το μνημονικό της φίλης της, της Γεωργίας. Έμαθε τα πάντα για την νεανική ηλικία της μάνας του, τη σύντομη και τραγική ιστορία με τον πατέρα του, για την απελπισμένη φυγή της απ' το χωριό για να ξεφύγει από την οργή του πατέρα της. Πάντα προσπαθώντας να σώσει το παιδί που κουβαλούσε στα σπλάχνα της, αυτόν, το γιο της!

Έμενε όμως ένα κενό που κανένας δεν μπορούσε να του το συμπληρώσει. Μόνο η μάνα του!
Τι μεσολάβησε απ' τη μέρα που έφυγε από το χωριό μέχρι τη μέρα που κατέληξε στα πρόθυρα της εξαθλίωσης στο σπίτι της Δώρας και του Βασίλη Περάκη;

Πέραν των σπουδών του εντρύφησε στην Αναπτυξιακή Ψυχολογία και ειδικά στη σχέση βρέφους-μάνας. Έχοντας αποκλείσει τηνπιθανότητα αρνητικής επίδρασης συναισθημάτων της μάνας προς το έμβρυο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ξεψαχνίζοντας μέχρι εξάντλησης τη Γεωργία σε ανύποπτα χρονικά διαστήματα, επικεντρώθηκε στα ν' ανακαλύψει κάποιες αρνητικές επιδράσεις κατά τη βρεφική ηλικία. Και ειδικά στο διάστημα των πρώτων μηνών της ζωής ενός βρέφους.

Σ' όλα τα χρόνια της καριέρας του θαύμαζε πάντα αυτή τη μοναδική σχέση μάνας-βρέφους. Ποτέ δεν έπαψε να τον εκπλήσσει η δύναμη επικοινωνίας ανάμεσα στο νεογέννητο και στη μάνα. Λες και ο ομφάλιος λώρος που τους συνέδεε δεν κόπηκε ποτέ. Ή στη θέση του ν' άφησε έναν αόρατο δεσμό που εξακολουθούσε για πολλούς μήνες να συνδέει άρρητα τις προσωπικότητες τους.

Ακριβώς το διάστημα της ζωής του που δεν μπορούσε να καλύψει με τις πληροφορίες των άλλων. Το διάστημα που μόνο η μάνα του μπορούσε να συμπληρώσει.
Γιατί δεν την ρωτούσε;